Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Η συνθηκολόγηση

ο οίκτος θα είναι πάντα μια λέξη άγνωστη

Σε έναν πόλεμο, ακόμη κι όταν είναι μακροχρόνιος, κάποτε επέρχεται το τέλος του. Συνήθως με την επικράτηση της μιας από τις δυο πλευρές, που ως νικήτρια υποβάλει και τους όρους της.

Οι όροι της συνθήκης είναι απαράβατοι και γίνονται αναγκαστικά αποδεκτοί από την ηττημένη πλευρά παραχωρώντας σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και κυριαρχικά δικαιώματα. 

Είτε ως απαίτηση του νικητή, σε επίδειξη δύναμης αλλά και τιμωρίας του ηττημένου, είτε ως μοναδική λύση για να αποτραπούν τα χειρότερα για τον ηττημένο. 

Δεν τελειώνει ένας πόλεμος αν δεν ηττηθεί κάποια απ’ τις αντίπαλες πλευρές. Συνήθως η πιο αδύναμη, για να επιβεβαιωθεί το “δίκαιο του ισχυρού” μέσα από τους όρους της συνθηκολόγησης. 

Ο άγραφος νόμος που, δεν αλλάζει παρόλη την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Της απαίτησης υποταγής του αδυνάτου στον ισχυρό. 

Το ζητούμενο είναι, το πώς θα γίνει αποδεκτή η ήττα από ηθικής άποψης, αλλά και από επιχειρησιακής ακόμη, απ’ τον ηττημένο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και των ψυχικών αποθεμάτων. 


Αν, δηλαδή, θεωρηθεί ως μεταβαλλόμενο γεγονός και επιχειρηθεί ελιγμός για ανασύνταξη με σκοπό την ανατροπή των δεδομένων. 

Εκτός και αν σε έναν πόλεμο σώμα με σώμα, χωρίς την δυνατότητα λειτουργίας της πολεμικής μηχανής του αντιπάλου, εξαντληθούν αμφότερες οι πλευρές. 

Συνέβη, μα ελάχιστες φορές. Όταν υπήρχε ισορροπία μεταξύ των αντίπαλων δυνάμεων έτσι ώστε να μην προκύπτει νικητής και να εξαναγκασθούν απ’ τα γεγονότα σε αμοιβαία συνθήκη για τον τερματισμό των εχθροπραξιών. 

Αναγκαστικά, γίνεται αποδοχή της υπόστασης της κάθε μιας πλευράς και αναγνωρίζεται σεβασμός προς τους όρους που από κοινού συμφωνήθηκαν και συνυπόσχονται την απαρέγκλιτη τήρηση τους. 

Η αθέτηση των συμφωνηθέντων, μιας απ’ τις δυο πλευρές, εγείρει αντίποινα που μπαίνουν ως ρήτρα στη συνθήκη για την αποκατάσταση των όρων και της ζημίας που ενδεχόμενα να προκληθεί από μονομερείς ενέργειες.

Συνέχεια της συνθήκης έρχεται η σταδιακή αποκατάσταση και το χτίσιμο πάνω στα ερείπια της παλιάς μιας νέας πραγματικότητας, που θα ενσωματώσει τα αποτελέσματα για την αποφυγή μελλοντικών επαναλήψεων. 

Στο ερώτημα, τι θεωρείτε πόλεμος, η απάντηση είναι μια. Ό,τι συνοδεύεται με καταστροφή. 

Στην περίπτωση της ένοπλης μετωπικής σύγκρουσης μεταξύ δυο οργανωμένων αντίπαλων στρατοπέδων τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. 

Σε έναν ακήρυχτο πόλεμο η καταστροφή επέρχεται ως αποτέλεσμα της ύφεσης. Είναι η προέκταση μιας ελλιπούς εμπλοκής ή και αποχής εμπλοκής από τον ισχυρότερο όταν εκτιμά ό,τι τα αποτελέσματα θα είναι εξ ίσου οδυνηρά για τον αντίπαλο χωρίς αυτός να υποστεί την παραμικρή απώλεια. Οι πόλεμοι αυτοί τείνουν να καταστούν διαρκείς και μόνιμοι.

Όταν η μια απ’ τις δυο πλευρές που εμπλέκονται σ’ έναν ακήρυχτο πόλεμο, συνήθως η ισχυρότερη, ενεργεί μονομερώς και ενάντια σε μια ανεξάρτητη χώρα, τότε αυτό αποτελεί αιτία πολέμου. 

Όπως λ.χ. συμβαίνει με το εμπάργκο του Αμερικάνικου Πενταγώνου προς την Κούβα, όπου βλέπουμε την de facto επιβολή του νόμου του ισχυρού. 

Τι θα συνέβαινε αν εκλαμβάνονταν απ’ την Κούβα ως αιτία πολέμου το εμπάργκο της ιμπεριαλιστικής κυβέρνησης της βόρειας Αμερικής;

Το ερώτημα δεν είναι φιλολογικό. Υπάρχει η απάντηση του. Η χώρα αυτή θα είχε ισοπεδωθεί. Θα είχε εξαφανιστεί και δεν θα υπήρχε στους νέους χάρτες.

Ο ισχυρός χρειάζεται πάντα ένα άλλοθι για να συνθλίψει την όποια αντίσταση στα συμφέροντα του. 

Πολλές φορές το δημιουργεί ο ίδιος με τη μέθοδο της προβοκάτσιας. 

Ο αδύναμος πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ό,τι δεν θα έχει τύχη σε μια ενδεχόμενη εμπλοκή. 

Ό,τι ακριβώς συμβαίνει με το μιλιταριστικό κράτος του Ισραήλ στη λωρίδα της Γάζας. Έχουμε έναν ακήρυχτο πόλεμο που στοχεύει σε γενοκτονία με όλα τα μέσα. Εμπάργκο, πείνα, ασθένειες και ανελλιπώς βομβαρδισμοί. 

Το ζήτημα που προκύπτει, στα δυο παραδείγματα που αναφέρθηκαν, είναι, η εκ διαμέτρου αντίθετη, ως προς τους ηθικούς κανόνες, στάση και θεώρηση της Κοινής Γνώμης απ’ αυτήν της Διεθνούς Κοινότητας ως θεσμός. 

Και ως διαπίστωση, το ό,τι η Διεθνής Κοινότητα, αλλά και κάθε άλλη Κοινότητα που αποτελείται ή που επιχειρείται να διαμορφωθεί ως μια κοινή πολιτική έκφραση, αδιαφορεί για την Κοινή Γνώμη. Κι ας μην αντιπαραβάλουμε δήθεν το δικαίωμα επιλογής των πολιτικών όσον αφορά την Κοινότητα μέλη της οποίας είμαστε.


Αλλά και το ό,τι η Κοινή Γνώμη, δυστυχώς, αδιαφορεί για τις κατ’ επιλογήν δράσεις της Διεθνούς Κοινότητας σε ζητήματα παραβίασης κυριαρχικών δικαιωμάτων. 

Η διάσταση αυτή μεταξύ Κοινής Γνώμης και Διεθνούς Κοινότητας, είναι ένας απ’ τους βασικούς λόγους που διαιωνίζονται οι ακήρυχτοι πόλεμοι. 

Η Διεθνής Κοινότητα, ως θεσμός, αποδέχεται σιωπηρά το δίκαιο του ισχυρού που συμπτωματικά είναι με το μέρος πάντα της ίδιας πλευράς και η δράση της, όταν αποφασίζει να εκδηλωθεί, έχει μονίμως μια κατεύθυνση. 

Αντίθετα, η Κοινή Γνώμη αδυνατεί να παρέμβει καθοριστικά, εκτός ίσως ελαχίστων περιπτώσεων όπως το αντιπολεμικό κίνημα μεγάλου τμήματος του Αμερικάνικου λαού κατά του πολέμου του Βιετνάμ. 

Δεν αγνοώ άλλες περιπτώσεις κινημάτων. Εκτός από την μαζικότητα και την διάρκεια του ένα κίνημα έχει και αποτελέσματα. 

Η Διεθνής Κοινότητα ως θεσμός δεν αδιαφορεί, αλλά και δεν επιθυμεί να δώσει λύση σε μια διένεξη. Τρανταχτό παράδειγμα τα γεγονότα της Ουκρανίας όπου βρίσκεται σε εξέλιξη ένα σκληρό “παιγνίδι”.

Αν υπάρχει αδιαφορία της τότε αυτή εντοπίζεται στις ηθικές αρχές που διέπουν το θεσμό και στην εφαρμογή τους. Η ταύτιση της με τον ισχυρό είναι ο λόγος ύπαρξης της και η πηγή των αποφάσεων της.

Τι συμβαίνει στην περίπτωση που ο πόλεμος είναι (εκτός από επεκτατικός και) οικονομικός; 

Είναι ο κατεξοχήν πόλεμος σήμερα και είναι σε εξέλιξη με πολλά μέτωπα ανοιχτά. Άλλοτε η επιβολή του γίνεται με πολεμικές επιχειρήσεις και άλλοτε με σκληρούς οικονομικούς όρους. 

Τα επιχειρησιακά κέντρα είναι τα κάθε είδους οικονομικά φόρουμ που διαχωρίζουν τον παγκόσμιο πλούτο σε οικονομικές ζώνες συγκεκριμένων συμφερόντων. 

Είναι οι μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες αλλά και οι κεντρικές τράπεζες ορισμένων χωρών που ζήλεψαν τη δόξα των ιδιωτικών. 

Είναι τα διάφορα δήθεν επενδυτικά σχήματα που διαχειρίζονται το μαύρο χρήμα. Ξεπλένοντας τα κέρδη των μαφιόζων κάθε διαβάθμισης που αγοράζουν τα χρέη ανεξάρτητων χωρών και εκβιάζουν την ανεξαρτησία των, προσφέροντας έτσι εκδούλευση στους διαχειριστές της κρίσης. Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο. 

Πολλές χώρες του πλανήτη έχουν υποστεί αυτόν τον πόλεμο και ακόμη περισσότερες αντιμετωπίστηκαν ως παράπλευρες απώλειες. 

Αυτός ο πόλεμος δεν είναι ανεξάρτητος της πολιτικής. Είναι ένας οικονομικοπολιτικός πόλεμος που δρομολογείται από μια οικονομικοπολιτική ελίτ. 

Δεν στοχεύει μόνο στην συγκέντρωση του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια της, αλλά και στην σύνθλιψη κάθε αντίθετης ιδεολογίας προς την δική της και κάθε απόπειρας που θα έβαζε σε κίνδυνο τα σχέδια της. 

Αυτό, από μόνο του είναι παράλογο. Ο παγκόσμιος πλούτος δεν είναι ανεξάντλητος. Ούτε θα υποτάσσονται επ’ άπειρον οι συνειδήσεις. 

Ο αντίπαλος σ’ αυτόν τον πόλεμο είναι πολλαπλάσιες φορές πιο αδίστακτος ενός φονταμενταλιστή . 

Στην ένοπλη σύγκρουση είναι ορατός, παράγει ήχους, γίνεται στόχος, προσπαθεί να προστατεύσει την ύπαρξη του. 

Στη μάχη της επιβίωσης ο εχθρός είναι απρόσωπος. Σε ακολουθεί κατά πόδας. Μπαίνει μέσα στο σπίτι σου μαζί με σένα, απ’ την ίδια πόρτα. Τρώει απ’ το πιάτο σου, πίνει απ’ το ποτήρι σου. 

Είναι λάθος να αντιμετωπίζονται οι Ντράγκοι, οι Γιουγκέριδες, ακόμη και οι Σοϊμπλέδες ως εχθροί.

Όταν στο πρόσωπο αυτών βλέπουμε τον εχθρό τότε χάνουμε το στόχο. 

Είναι αναλώσιμοι και ενεργούμενα. Βρέθηκαν όλοι μαζί κι δεν έγινε σήμερα αυτό. Είναι αποτέλεσμα της δεξιάς πολιτικής συνολικά των χωρών της ευρωζώνης. Παραχωρήθηκε η κατ’ ευφημισμό Ευρωπαϊκή Ένωση στους διαχειριστές των χρηματοκιβωτίων. 

Πίσω απ' τις γραβάτες και τα πουκάμισα μέσα απ’ το παντελόνι βρίσκεται ο πραγματικός εχθρός. Κατέχει καλά τους κανόνες του παιγνιδιού και το έδειξε σήμερα με την απόφαση που εκφωνήθηκε από έναν από τους Ντράγκιδες, τον πιο γνήσιο . 

Αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δέχεται διαφορετικές φωνές. Έχει τη δική της άποψη περί δημοκρατίας. 

Ή παραχωρείτε το δικαίωμα διακυβέρνησης της χώρας σας στο διευθυντήριο των Βρυξελλών ή σας το παίρνουμε με το έτσι θέλω. Είναι κάτι που το θεωρούν σίγουρο. 

Μ’ αυτές τις συνθήκες οι επιλογές λιγοστεύουν. Ή καλύτερα γίνονται τρεις, αλλά είναι ανεφάρμοστες ταυτόχρονα οπότε η κατάληξη είναι η μία απ’ αυτές. 

Ή συνθηκολογείς και αποδέχεσαι το παιγνίδι που σε κατατάσσει σε μια απ’ τις μαριονέτες τους που θα χορεύει στο ρυθμό τους.

Ή σηκώνεις την παντιέρα κι αν έρθει ο Αρμαγεδδών καλοδεχούμενος, μιας και δεν θα αφορά μόνον εσένα ή καλύτερα θα αφορά και εσένα σε μικρότερο βαθμό.

Ή μένεις, γιατί να σε αποπέμψουν είναι αδύνατο και κάνεις τον κλεφτοπόλεμο σου αν έχεις κότσια κι αν είσαι πεπεισμένος ό,τι κάποιοι θα χάσουν πάρα πολλά, ενώ εσύ σχεδόν τίποτε. 

Άλλωστε, το παιγνίδι θέλει δυο παίκτες. Ένα λάθος τακτικής ή ένα αδύνατο σημείο μπορεί να ανατρέψει και τα πιο δυσοίωνα προγνωστικά. 



End of part two

1 σχόλιο: